28 Οκτωβρίου 2013

H Βερμαχτ και η ενοπλη αντισταση 1941-1944



Μετά την πλήρη επικράτηση των Γερμανών στην Ελλάδα, το κεντρικό ζήτημα της γερμανικής πολιτικής στη χώρα μας ήταν ο αντιαντάρτικος πόλεμος, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό βασίστηκε στις αξίες και στην ιδεολογία της Νέας Τάξης του Χίτλερ.

Ο αντιστράτηγος Αλεξάντερ Λερ, ρωσικής καταγωγής και γνώστης της βαλκανικής Ιστορίας, ήταν ο υπεύθυνος του εγχειρήματος.

Ο Λερ επάνδρωσε τις μονάδες του με στρατιώτες από το σκληρό ανατολικό μέτωπο και από το μέτωπο του αντιαντάρτικου πολέμου της  Γιουγκοσλαβίας.

Έτσι, όταν το 1944 η Ελλάδα απελευθερώθηκε, είχαν ισοπεδωθεί πάνω από 1.000 χωριά, 1.000.000 Έλληνες είχαν χάσει τα σπίτια τους ή τα είδαν να λεηλατούνται και πάνω από 20.000 άμαχοι είχαν εκτελεστεί, τραυματιστεί ή βασανιστεί από τις δυνάμεις του Άξονα (στην Ελλάδα του Χίτλερ).

Ο αντιαντάρτικος πόλεμος άρχισε να διέπεται από φυλετικά στερεότυπα, όπως φάνηκε από τις οδηγίες που πήραν οι άνδρες της 117ης Μεραρχίας Γκέγκνερ για τον «ολοκληρωτικό πόλεμο» εναντίον των Ελλήνων: «Όλοι οι πολίτες είναι εν δυνάμει εχθροί... Απαγορεύεται οποιαδήποτε επαφή με τους Έλληνες... Κάθε Έλληνας, ακόμη κι όταν τα πηγαίνει καλά με έναν Γερμανό, κάτι θέλει από αυτόν. Για κάθε εξυπηρέτηση θέλει και ένα αντάλλαγμα... Καλύτερα να πυροβολήσεις έναν παραπάνω παρά έναν λιγότερο...». Αυτή ήταν η επίσημη γερμανική θέση, σύμφωνα με  όσα αναφέρονται στο βιβλίο «Στην Ελλάδα του Χίτλερ».

Ο παραδοσιακός φιλελληνισμός των Γερμανών διανοουμένων –και δυστυχώς αρκετοί αξιωματικοί ήταν διανοούμενοι– άρχισε σταδιακά να δίνει τη θέση του στα ναζιστικά φυλετικά θεωρήματα. 

Επίσης, πολλοί Αυστριακοί αξιωματικοί που υπηρετούσαν στην Ελλάδα είχαν υπηρετήσει και στο Στρατό των Αψβούργων στον Α΄ Π.Π. και διέπονταν ακόμη από τις αυτοκρατορικές προκαταλήψεις έναντι των βαλκανικών λαών.

Κάτω από το βάρος των αντάρτικων επιθέσεων, οι «απόγονοι του Περικλή, και του κλασικού πολιτισμού» αντιμετωπίστηκαν ως «ύπουλοι, πανούργοι και ωμοί Βαλκάνιοι υπάνθρωποι»: «...στην Ελλάδα ευδοκιμούσαν ληστές, οι οποίοι δεν είχαν αντίληψη περί στρατιωτικής τιμής και προέρχονταν από έναν πρωτόγονο πληθυσμό που υπό την επίδραση φανατικών ηγετών επιδιδόταν σε έναν ανελέητο και απάνθρωπο πόλεμο...» (επίσης αναφορά από το «Στην Ελλάδα του Χίτλερ»).
Τα στερεότυπα αυτά αντλούνταν απευθείας από το ναζιστικό θεωρητικό σχήμα που  χρησιμοποιήθηκε εναντίον των Εβραίων, για «φυλετικά κατώτερους» ανθρώπους και «αντικοινωνικές ομάδες»...

Πρέπει να πούμε ότι οι τακτικοί Στρατοί την εποχή εκείνη δεν είχαν πείρα από ανταρτοπολέμους. Οι περισσότερες αντιαντάρτικες τεχνικές και τακτικές αναπτύχθηκαν αργότερα στη Μαλαισία, την Αλγερία το Βιετνάμ και σε άλλες περιοχές.

Τα αντάρτικα του Β’ Π.Π έφερναν σε μεγάλη αμηχανία και απόγνωση τους Γερμανούς, οι οποίοι έπρεπε να πειραματίζονται συνεχώς. Η συλλογή πληροφοριών ήταν εξαιρετικά προβληματική, το έδαφος άγνωστο και ο ντόπιος πληθυσμός εχθρικός. 

Η σύλληψη ομήρων, τα αντίποινα και το δόγμα της συλλογικής ευθύνης  δεν έφερναν αποτελέσματα, και τελικά στρέφονταν εναντίον των δυνάμεων κατοχής, αφού οδηγούσαν όλο και περισσότερο κόσμο στο αντάρτικο.

Στην αρχή, οι Γερμανοί έστελναν αποσπάσματα δύναμης λόχου στην ύπαιθρο, αλλά οι αντάρτες αποτραβιούνταν στα βουνά, παρενοχλώντας συνεχώς τους Γερμανούς, οι οποίοι δεν γνώριζαν το έδαφος και είχαν έλλειψη διερμηνέων και χαρτών. 

Οι μαζικές εκτοπίσεις του ντόπιου αρσενικού πληθυσμού απεδείχθησαν επίσης ανέφικτες για τεχνικούς λόγους. Η τακτική της κατασκευής «ισχυρών σημείων», δηλαδή σειράς ισχυρών φυλακίων από μπετόν απέτυχε ως επικίνδυνη, γιατί τα φυλάκια, αντί να διασφαλίσουν την κυριαρχία των Γερμανών, σύντομα  μετατρέπονταν σε φυλακές-παγίδες και σε στόχους συχνών νυχτερινών επιθέσεων.

Η «εκκαθάριση» των οδικών αρτηριών με αποστολή αποσπασμάτων σε βάθος και από τις δύο πλευρές ενός δρόμου, δεν είχε ως αποτέλεσμα τίποτε περισσότερο από μερικά καμένα χωριά.
Τον Οκτώβριο 1943 έγιναν τρεις μεγάλες γερμανικές επιθέσεις με τις ονομασίες Πάνθηρας, Πούμα και Λεοπάρδαλη βαθιά μέσα στην Πίνδο, οι οποίες αρχικά έφεραν κάποια αποτελέσματα, αλλά οι αντάρτες αποτραβήχτηκαν και οι Γερμανοί, που αδυνατούσαν να συντηρούν μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις στα βουνά, τελικά αποχώρησαν.

Γενικά η ελληνική ένοπλη αντίσταση στους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Βούλγαρους, δεν ήταν ανάλογη του Έπους τυο 1940, αφού άργησε να οργανωθεί και είχε περιορισμένα αποτελέσματα με εξαέρεση μεμονωμένες περιπ΄τωσεις όπως η καταστροφή της γέφυρας του Γοργοτποτάμου που δυσκόλεψε σημαντικά τον εφοδιασμό των δυνάμεων του Ρόμμελ στην Βόρειο Αφρική.

Βασική αιτία των φτωχών αποτελεσμάτων της ελληνικής αντίστασης ήταν ότι η κύρια ένοπλη οργάνωση που ήταν το ΕΑΜ, είχε περισσότερο στο μυαλό του "την επόμενη ημερα"...
































defencenet.gr

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου